Το οδοντικό εμφύτευμα (ή εμφύτευμα δοντιού) είναι μία βίδα κατασκευασμένη από τιτάνιο που τοποθετείται ως βάση μέσα στο οστό της γνάθου. Στην ουσία, πρόκειται για μία τεχνητή ρίζα δοντιού που τοποθετείται για να υποκαταστήσει τη χαμένη ρίζα του φυσικού δοντιού, γι’ αυτό τον λόγο αποκαλείται συχνά ως «βιδωτό» ή «φυτευτό» δόντι. Τα οδοντικά εμφυτεύματα χρησιμοποιούνται για να αντικαταστήσουν κατεστραμμένα ή χαμένα δόντια με τεχνητά, που λειτουργούν και φαίνονται όπως τα φυσικά. Συνεπώς, μπορούν να στηρίξουν ένα δόντι, μία γέφυρα, μία ολική ή μερική οδοντοστοιχία, προσδίδοντας ένα φυσικό αποτέλεσμα με εξαιρετική αντοχή στον χρόνο.
Πλέον, τα οδοντικά εμφυτεύματα δεν αποτελούν μια πειραματική εναλλακτική, αλλά μια ασφαλή και αξιόπιστη λύση με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Ένα οδοντικό εμφύτευμα έχει την ίδια εμφάνιση και επιτελεί την ίδια ακριβώς λειτουργία με το φυσικό μας δόντι. Η διαφορά τους είναι ότι το φυσικό μας δόντι αποτελείται από δύο μέρη - τη μύλη (το λευκό τμήμα του δοντιού που είναι ορατό στη στοματική κοιλότητα) και τη ρίζα (που δεν είναι ορατή και βρίσκεται μέσα στα ούλα και το οστό της γνάθου).
Αντίθετα, το οδοντικό εμφύτευμα αποτελείται από τρία μέρη.
Το πρώτο μέρος είναι το ίδιο το οδοντικό εμφύτευμα το οποίο τοποθετείται κάτω από τη γραμμή των ούλων και μέσα στο οστό της γνάθου. Το εμφύτευμα αναλαμβάνει τον ρόλο της ρίζας του φυσικού δοντιού και σταδιακά ενώνεται τόσο ισχυρά με το κόκαλο της γνάθου που γίνεται ένα με αυτό. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται οστεοενσωμάτωση, είναι απόλυτα ασφαλής, εξασφαλίζει τη μακροβιότητα του αποτελέσματος και ολοκληρώνεται συνήθως μεταξύ 3-6 μηνών.
Το δεύτερο μέρος του οδοντικού εμφυτεύματος ονομάζεται προσθετικό κολόβωμα (abutment) και τοποθετείται στην κορυφή του εμφυτεύματος. Πρόκειται για το εξάρτημα το οποίο βιδώνεται πάνω στο εμφύτευμα για να στηρίξει τη στεφάνη/θήκη.
Τρίτο και τελευταίο μέρος του εμφυτεύματος είναι η προσθετική αποκατάσταση, που ονομάζεται θήκη ή στεφάνη. Πρόκειται για το ορατό μέρος του δοντιού το οποίο βιδώνεται ή συγκολλάται πάνω στο κολόβωμα και ουσιαστικά αντικαθιστά τη μύλη του δοντιού.
Η επιλογή ανάμεσα στην αποκατάσταση των δοντιών με γέφυρα ή με οδοντικά εμφυτεύματα είναι πολλές φορές δύσκολη για τους ασθενείς οι οποίοι αναζητούν την αποτελεσματικότερη λύση για το πρόβλημά τους. Κατ’ αρχάς, πρέπει να τονίσουμε ότι ο βασικότερος στόχος είναι η άμεση αντικατάσταση των δοντιών που έχουν χαθεί, διαφορετικά διαταράσσεται η ισορροπία της σύγκλεισης μέσα στη στοματική κοιλότητα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια περισσότερων δοντιών. Οι κυριότερες διαφορές ανάμεσα στην τοποθέτηση γέφυρας ή εμφυτεύματος παρουσιάζονται παρακάτω.
Οι γέφυρες χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια για την αντιμετώπιση περιστατικών απώλειας των δοντιών και πράγματι λύνουν πολλά οδοντιατρικά προβλήματα. Εάν όμως για την απώλεια ενός δοντιού τοποθετηθεί γέφυρα, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να θυσιαστεί η υγιής οδοντική ουσία και των διπλανών δοντιών, αφού θα πρέπει να τροχιστούν για να τοποθετηθεί επάνω τους η γέφυρα. Σε αυτή την περίπτωση, η μέθοδος δεν είναι καθόλου συντηρητική αλλά αρκετά παρεμβατική, αφού για να παρασκευαστεί η γέφυρα θα πρέπει να τροχιστούν τα γειτονικά δόντια τα οποία μπορεί να είναι υγιή ή με μικρά σφραγίσματα. Επίσης, αξίζει να αναφέρουμε ότι η τοποθέτηση της γέφυρας δεν εγγυάται την ισόβια παραμονή της στο στόμα, κυρίως εξαιτίας της φθοράς των παρακείμενων δοντιών που τη συγκρατούν. Παρ’ όλ’ αυτά, για την τοποθέτηση της γέφυρας δεν απαιτείται χειρουργική επέμβαση ενώ οι εργασίες ολοκληρώνονται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα (περίπου 2 εβδομάδες).
Υπάρχουν πολλοί και σημαντικοί λόγοι για τους οποίους προτιμάμε την τοποθέτηση του εμφυτεύματος. Το σημαντικότερο πλεονέκτημά τους έναντι της τοποθέτησης γέφυρας είναι ότι αποτελούν σταθερή βάση για τα νέα δόντια χωρίς να απαιτείται το τρόχισμα των διπλανών δοντιών. Μεταξύ άλλων, τα πλεονεκτήματά τους είναι πολλαπλά για τον ασθενή:
Τα εμφυτεύματα αποτελούν την ιδανικότερη εναλλακτική λύση στις τεχνητές οδοντοστοιχίες και σε περίπτωση απώλειας δοντιών, χωρίς ωστόσο να μειώνουμε την αξία τοποθέτησης γέφυρας, όπου κρίνεται απαραίτητο.
Για την τοποθέτηση των εμφυτευμάτων απαιτείται χειρουργική επέμβαση την οποία πραγματοποιούμε σε στάδια ώστε να υπάρχει πλήρης επούλωση πριν από κάθε επόμενη εργασία. Η διαδικασία αποκατάστασης σε κάθε στάδιο είναι μία σύντομη, σχετικά ανώδυνη και ασφαλής διαδικασία.
Σε πρώτη φάση πρέπει να κάνουμε κλινική αξιολόγηση ώστε να είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε να τοποθετήσουμε με ασφάλεια εμφύτευμα. Ελέγχουμε εάν τα οστά των γνάθων και τα ούλα είναι υγιή, διαφορετικά πρέπει πρώτα να ακολουθήσουμε ειδικές θεραπείες για να επαναφέρουμε την υγεία στα ούλα και να αποκαταστήσουμε το οστό με διαδικασίες οστικής αναγέννησης.
Σε μικρό ποσοστό ασθενών στους οποίους κάποιο δόντι έχει χαθεί πολύ καιρό πριν, παρατηρείται απώλεια ή αλλοίωση του οστού στο σημείο όπου θέλουμε να τοποθετήσουμε το εμφύτευμα. Τότε ενδέχεται να συστήσουμε την τοποθέτηση οστικού μοσχεύματος, το οποίο τοποθετούμε είτε αμέσως μετά την εξαγωγή του δοντιού, είτε σε σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να διατηρηθούν οι διαστάσεις του οστού και των ούλων της περιοχής. Αφού τοποθετήσουμε το οστικό μόσχευμα θα χρειαστεί να περάσει κάποιος χρόνος πριν την εμφύτευση του δοντιού.
Σε επόμενο στάδιο πραγματοποιούμε τη χειρουργική τοποθέτηση του εμφυτεύματος στο οστό της γνάθου, εκεί όπου βρισκόταν η ρίζα του δοντιού. Αυτή η διαδικασία ολοκληρώνεται μέσα σε περίπου 1 ώρα για κάθε ένα εμφύτευμα. Αρχικά γίνεται αναισθησία της περιοχής ώστε οι εργασίες να είναι ανεκτές από τον ασθενή και στη συνέχεια προχωράμε στην οδοντική εμφύτευση και κατόπιν στην κάλυψη του οδοντικού εμφυτεύματος με τη συρραφή των ούλων. Μετά το πέρας των εργασιών, απαιτείται ένα διάστημα επούλωσης από 3-6 μήνες, ώστε το εμφύτευμα να ενωθεί με το κόκαλο της γνάθου και να δημιουργήσει τη σταθερή βάση που πάνω της θα τοποθετηθούν τα πρόσθετα δόντια. Αυτός ο χρόνος αποθεραπείας που ονομάζεται οστεοενσωμάτωση είναι κρίσιμης σημασίας και εγγυάται την επιτυχία του αποτελέσματος.
Στο τέταρτο στάδιο πρέπει να γίνει η αποκάλυψη των εμφυτευμάτων, που συνήθως για την άνω γνάθο γίνεται σε περίπου 6 μήνες και για την κάτω σε 3 μήνες. Πραγματοποιούμε ξανά αναισθησία, αποκαλύπτουμε τα εμφυτεύματα και πάνω τους τοποθετούμε τις βίδες επούλωσης. Έπειτα από 2 περίπου εβδομάδες, αφού έχει τηρηθεί σχολαστική στοματική υγιεινή και ο βλεννογόνος γύρω από το εμφύτευμα έχει επουλωθεί πλήρως, ξεκινάει το στάδιο της προσθετικής εργασίας κατά το οποίο λαμβάνονται τα αποτυπώματα για το προσθετικό μέρος με το οποίο φορτίζονται τα εμφυτεύματα.
Στο Microdental εφαρμόζουμε την πρωτοποριακή μέθοδο της υπολογιστικά καθοδηγούμενης εμφυτευματολογίας. Πρόκειται για μία καινοτόμα προσέγγιση που μας βοηθάει να αξιολογήσουμε σε βάθος τα ψηφιακά στοιχεία που συλλέγονται με τη βοήθεια του αξονικού τομογράφου των γνάθων (CBCT) και του οδοντιατρικού scanner.
Αρχικά παίρνουμε το ιστορικό και διεξάγουμε σχολαστική κλινική διάγνωση. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τοποθέτηση εμφυτευμάτων, λαμβάνουμε τα ψηφιακά αποτυπώματα των γνάθων με τη βοήθεια του σύγχρονου ενδοστοματικού scanner Medit i700 και παράλληλα πραγματοποιούμε ογκομετρική τομογραφία των γνάθων (CBCT) μέσω του αξονικού τομογράφου.
Τα αποτελέσματα της αξονικής καθώς τα ψηφιακά εκμαγεία εισάγονται στον υπολογιστή όπου ένα ειδικό σχεδιαστικό λογισμικό κάνει αλληλεπίθεση (matching) του τριδιάστατου ψηφιακού εκμαγείου με την τομογραφία της άνω και της κάτω γνάθου. Η διαδικασία μας παρέχει την ακριβέστατη ανατομία των γνάθων του ασθενή. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουμε:
Μετά την εικονική εισαγωγή των εμφυτευμάτων στον υπολογιστή, τα αποτελέσματα μεταφέρονται σε τρισδιάστατο ψηφιακό εκτυπωτή (3D printer). Σε αυτόν κατασκευάζεται ένας εξατομικευμένος χειρουργικός οδηγός (χειρουργικός νάρθηκας), όπου με μέγιστη ακρίβεια αποτυπώνονται οι θέσεις των εμφυτευμάτων.
Μετά τα αποτελέσματα μπορούμε με ασφάλεια και μέγιστη ακρίβεια να προχωρήσουμε στη χειρουργική επέμβαση για την τοποθέτηση των εμφυτευμάτων.
Η διαδικασία της εξαγωγής δοντιών αποτελεί κύρια αιτία απώλειας του λειτουργικού όγκου του οστού της γνάθου έως και 50% μέσα στους πρώτους 6 μήνες. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η έλλειψη γνώσης για την ανάπλαση του οστικού ελλείματος οδηγούσε στην τοποθέτηση των εμφυτευμάτων σε θέσεις που δεν ήταν ιδανικές, αλλά καθοριζόταν κυρίως από το προϋπάρχον οστικό υπόβαθρο.
Σήμερα, στο Microdental δίνουμε την ιδανική λύση στους ασθενείς μας με την πρωτοποριακή μέθοδο της ανάπλασης του οστού της γνάθου, που αποκαθιστά ακόμα και μεγάλα οστικά ελλείμματα στην αρχική τους κατάσταση, ώστε η τοποθέτηση των εμφυτευμάτων να πραγματοποιείται με μέγιστη ακρίβεια. Πρόκειται για μια σύγχρονη βιολογική μέθοδο με την οποία αποκαθιστάμε το σχήμα και τη λειτουργία της γνάθου.
Σε πρώτο στάδιο η χρήση του αξονικού τομογράφου κωνικής δέσμης (CBCT) αποτυπώνει την ακριβή κατάσταση της ποσότητας του οστού στην περιοχή όπου πρόκειται να τοποθετηθούν τα εμφυτεύματα. Σκοπός αυτής της εξέτασης είναι να ενημερωθεί εγκαίρως ο ασθενής σε περίπτωση που χρειάζεται οστική ανάπλαση ώστε να καθοριστεί το ανάλογο σχέδιο θεραπείας. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται η αιμοληψία του ασθενή και με την ειδική συσκευή φυγοκέντρησης που διαθέτουμε στο ιατρείο μας γίνεται η απομόνωση και η επεξεργασία αναγεννητικών παραγόντων που βοηθούν στην οστική ανάπλαση. Αυτή η σύγχρονη μέθοδος ονομάζεται Α-PRF και μας βοηθάει να απομονώνουμε από το αίμα του ασθενή τους αυξητικούς παράγοντες.
Ακολούθως, τους τοποθετούμε στην περιοχή της αναγέννησης ενισχύοντας έτσι τη φυσική αναγεννητική και επουλωτική ικανότητα του οργανισμού. Στόχος μας είναι να μεγιστοποιήσουμε τα αποτελέσματα της οστικής ανάπλασης με απόλυτα βιολογικό και ασφαλή τρόπο για τους ασθενείς μας.
Οι εξετάσεις πραγματοποιούνται στον χώρο του ιατρείου μας με τη χρήση σύγχρονου τεχνολογικά εξοπλισμού από τους ειδικευμένους συνεργάτες της ομάδας μας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις όπου πληρούνται οι ανατομικές και βιολογικές προϋποθέσεις, στο ιατρείο μας εφαρμόζουμε την εξειδικευμένη τεχνική της άμεσης φόρτωσης των εμφυτευμάτων. Αυτό σημαίνει ότι σε κάποια οδοντιατρικά περιστατικά μπορούμε να αποκαταστήσουμε τα οδοντικά εμφυτεύματα με προσωρινές θήκες, ήδη από την ημέρα του χειρουργείου.
Η συγκεκριμένη τεχνική οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εξέλιξη της εμφυτευματολογίας και στα νέα πρωτοποριακά εμφυτεύματα δοντιών. Στόχος της τεχνικής είναι η άμεση αποκατάσταση των χαμένων δοντιών χωρίς να επηρεαστεί στο ελάχιστο η καθημερινότητα και η κοινωνική ζωή των ασθενών μας.
Απαιτείται λεπτομερής προεγχειρητικός έλεγχος ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι ο ασθενής μας μπορεί να ακολουθήσει τη διαδικασία. Αρχικά, ο υποψήφιος υποβάλλεται σε ειδική οδοντιατρική αξονική τομογραφία (Dental Scan) με τον υπερσύγχρονο αξονικό τομογράφο (CBCT), στον χώρο του ιατρείου μας. Η αξονική πραγματοποιείται με τη βοήθεια ενός ειδικού λογισμικού ψηφιακής τεχνολογίας που επιτρέπει τη δημιουργία «ομοιώματος» των οστών της γνάθου, προσφέροντας άριστο προεγχειρητικό έλεγχο και μέγιστη ακρίβεια. Αυτό το ομοίωμα θα λειτουργήσει ως πρότυπο πάνω στο οποίο θα σχεδιαστεί ο χειρουργικός νάρθηκας που θα καθορίσει τη θέση του εμφυτεύματος.
Προχωράμε στην αφαίρεση του δοντιού, στην τοποθέτηση του εμφυτεύματος και στην άμεση αποκατάστασή του με την προσωρινή θήκη.